Κουρνιάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κουρνιάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
курник, място за спане, кокошарник, нощуват, нощуване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουρνιάζω
κουρνιάζω in english, να κουρνιάζω, κουρνιάζω λεξικό, κουρνιάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κουρνιάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κουρεύω στα βουλγαρικά - жътва, урожай, руно, руното, полар, руни, вълнен
- κουρκούτι στα βουλγαρικά - каша, качамак, чадър
- κουρούνα στα βουλγαρικά - врана, гарван, Кроу, Crow, гарга
- κουρτίνα στα βουλγαρικά - завеса, перде, завеси, завесата
Τυχαίες λέξεις
Κουρνιάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: курник, място за спане, кокошарник, нощуват, нощуване
Μεταφράσεις: курник, място за спане, кокошарник, нощуват, нощуване