Λάπαθο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λάπαθο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
киселец, лапад, пъстри, дорест кон
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάπαθο
λάπαθο συνταγές, οροπέδιο λάπαθο, λάπαθο βικιπαίδεια, λάπαθο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λάπαθο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λάμπω στα βουλγαρικά - сияние, блясък, обувки, на обувки, блясъка, свети
- λάμψη στα βουλγαρικά - жар, блясък, обувки, на обувки, блясъка, свети
- λάρνακα στα βουλγαρικά - гробница, урна, капище, олтар, храм, светилище
- λάσκος στα βουλγαρικά - Laskos
Τυχαίες λέξεις
Λάπαθο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: киселец, лапад, пъстри, дорест кон
Μεταφράσεις: киселец, лапад, пъстри, дорест кон