Λαμπυρίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λαμπυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
блясък, искрят, шумя, искря, блестене
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαμπυρίζω
λαμπυρίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λαμπυρίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λαμπρά στα βουλγαρικά - бляскаво, ярко, ярки, светли, в светли
- λαμπρός στα βουλγαρικά - блестящ, брилянтен, брилянтна, брилянтно, блестящо
- λανθασμένα στα βουλγαρικά - неправилно, погрешно, правилно, некоректно, неточно
- λανθασμένος στα βουλγαρικά - погрешно, грешен, неправилно, грешна, нередно
Τυχαίες λέξεις
Λαμπυρίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: блясък, искрят, шумя, искря, блестене
Μεταφράσεις: блясък, искрят, шумя, искря, блестене