Λέξη: τελετάρχης
Σχετικές λέξεις: τελετάρχης
τελετάρχης γάμου
Συνώνυμα: τελετάρχης
αστυνόμος, δικαστικός κλητήρας
Μεταφράσεις: τελετάρχης
τελετάρχης στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
seneschal, master of ceremonies, marshal, toast master
τελετάρχης στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
maestro de ceremonias, maestra de ceremonias, maestro de ceremonia, el maestro de ceremonias, de maestro de ceremonias
τελετάρχης στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Zeremonienmeister, der Zeremonienmeister, Conférencier, Meister von Zeremonien
τελετάρχης στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
majordome, maître des cérémonies, maître de cérémonie, maître de cérémonies, le maître de cérémonie, de maître de cérémonie
τελετάρχης στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maestro delle cerimonie, maestro di cerimonie, maestro di cerimonia, cerimoniere, gran cerimoniere
τελετάρχης στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mestre de cerimônias, mestre de cerimónias, mestre de cerimônia
τελετάρχης στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ceremoniemeester, de ceremoniemeester, ceremoniemeester te, spelleider
τελετάρχης στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сенешаль, церемониймейстер, мастер церемоний, конферансье, ведущий, тамадой
τελετάρχης στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
seremonimester, master of seremonier, Kjøkemesteren, konferansier
τελετάρχης στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ceremonimästare, ceremonimästaren, konferencier
τελετάρχης στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juhlamenojen ohjaaja, seremoniamestari, juhlamenojen, seremoniamestareita, seremoniamestarina
τελετάρχης στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ceremonimester, konferencier, ceremonimesteren
τελετάρχης στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
majordom, ceremoniář, ceremoniářem, konferenciér
τελετάρχης στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majordom, mistrz ceremonii, mistrzem ceremonii, ceremoniarz
τελετάρχης στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szertartásmester, ceremóniamesterként, ceremóniamester, a ceremóniamester, a szertartásmester
τελετάρχης στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karşılayan görevli, master of ceremonies, törenlerin ana, takdimci
τελετάρχης στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
церемоніймейстер, церемонімейстер
τελετάρχης στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mjeshtër ceremonive
τελετάρχης στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
церемониал-майстор, конферансие, началник на церемониите, разпоредител
τελετάρχης στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цырымоніймайстар, цырымонімайстра, цырымонімайстра з, цырымонімайстра з часу, цырымонімайстра з часу як
τελετάρχης στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tseremooniameister, õhtujuht, tseremooniameistri, konferansjee, Pidulik kulude piloot
τελετάρχης στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
voditelj, ceremonijal majstor, ceremonijar
τελετάρχης στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skipstjóri, meistara, skipstjóri á, skipstjóra, snillingur á
τελετάρχης στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
maršalka, konferansjė, Tvarkytojas, ceremonmeisteris
τελετάρχης στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
Ceremonijmeistars
τελετάρχης στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
господар на, Мајстор за, Магистер на, мајстор на, Магистер за
τελετάρχης στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
maestru de ceremonii
τελετάρχης στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mojster, poveljnik, gospodar, kapitan, magister
τελετάρχης στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ceremoniár, ceremonár
Τυχαίες λέξεις