Ξαφνικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξαφνικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
внезапен, внезапно, внезапна, изведнъж, внезапното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαφνικός
ξαφνικός πόνος στο γόνατο, ξαφνικός πυρετός, ξαφνικός πονοκέφαλος, ξαφνικός πειρασμός (1988), ξαφνικός βήχας, ξαφνικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξαφνικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξαφνιάζω στα βουλγαρικά - изненада, изненадващо, изненадата, учудване
- ξαφνικά στα βουλγαρικά - внезапно, изведнъж, изведнъж се, неочаквано, внезапно се
- ξαφρίζω στα βουλγαρικά - обезмаслен, замъглявам, леко докосвам, едва докосвам, засягам бегло
- ξεγελώ στα βουλγαρικά - надхитрям, надхитрят, надхитри, надхитрим, надхитрите
Τυχαίες λέξεις
Ξαφνικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: внезапен, внезапно, внезапна, изведнъж, внезапното
Μεταφράσεις: внезапен, внезапно, внезапна, изведнъж, внезапното