Οινόπνευμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: οινόπνευμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
алкохол, спирт, дух, духа, спиртна, духът
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οινόπνευμα
οινόπνευμα καθαρό τιμή, οινόπνευμα καθαρό, οινόπνευμα στο αυτί, οινόπνευμα τιμή, οινόπνευμα στα αγγλικά, οινόπνευμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οινόπνευμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- οικτρός στα βουλγαρικά - жалостен, жалък, жалки, нещастен, жалкото
- οικόσημο στα βουλγαρικά - герб, Герб на, герба, герба на
- οκνηρία στα βουλγαρικά - скука, леност, ленивец, мързел, леността, ленивост
- οκνός στα βουλγαρικά - бави
Τυχαίες λέξεις
Οινόπνευμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: алкохол, спирт, дух, духа, спиртна, духът
Μεταφράσεις: алкохол, спирт, дух, духа, спиртна, духът