Ορεκτικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ορεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
апетитен, апетитни, апетитно, апетитна, апетитния
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορεκτικός
ορεκτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ορεκτικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ορεινός στα βουλγαρικά - планински, планинска, планинско, планинския, планинската
- ορεκτικό στα βουλγαρικά - предястие, мезе, аперитив, аператив
- ορθογραφία στα βουλγαρικά - правопис, Правописна, правописа, на правописа, правописни
- ορθογραφώ στα βουλγαρικά - правопис, правописа, ортография
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: апетитен, апетитни, апетитно, апетитна, апетитния
Μεταφράσεις: апетитен, апетитни, апетитно, апетитна, апетитния