Ορεκτικός στα εσθονικά

Μετάφραση: ορεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
isuäratav, isuäratavad, isuäratavat, maitsva, isuäratavaid
Ορεκτικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορεκτικός

ορεκτικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, ορεκτικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ορεινός στα εσθονικά - mägine, mägistes, mägised, mägi-, mägisest
  • ορεκτικό στα εσθονικά - käiviti, starter, eelroog, eelroa, appetizer, suupisted, aperatiiviks
  • ορθογραφία στα εσθονικά - etteütlus, kirjapilt, ortograafia, ettekirjutus, tähtesitus, dikteerimine, õigekiri, ...
  • ορθογραφώ στα εσθονικά - jutustama, mana, loits, ortograafia, ortograafias, õigekirjutuse, kirjaviis, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: isuäratav, isuäratavad, isuäratavat, maitsva, isuäratavaid