Παθολογικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: παθολογικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патологичен, патологична, патологично, патологични, патологичното
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθολογικός
παθολογικός ψεύτης συμπτωματα, παθολογικός ιστός, παθολογικός τζόγος, παθολογικός ψεύτης, παθολογικόσ τζογαδόροσ, παθολογικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, παθολογικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- παθογόνος στα βουλγαρικά - патогенен, патогенна, инфлуенца, патогенни, патогенната
- παθολογία στα βουλγαρικά - патология, патологията, патологично състояние, патологично
- παθολόγος στα βουλγαρικά - патолог, патолог по, патологът, патолози
- παιδί στα βουλγαρικά - лайка, юноша, дете, детето, детската, на детето, детска
Τυχαίες λέξεις
Παθολογικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: патологичен, патологична, патологично, патологични, патологичното
Μεταφράσεις: патологичен, патологична, патологично, патологични, патологичното