Παθολογικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παθολογικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паталагічны, паталагічнай, паталягічны, няма паталягічнага, паталягічнага
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθολογικός
παθολογικός ψεύτης συμπτωματα, παθολογικός ιστός, παθολογικός τζόγος, παθολογικός ψεύτης, παθολογικόσ τζογαδόροσ, παθολογικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παθολογικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παθογόνος στα λευκορωσικά - патагенны
- παθολογία στα λευκορωσικά - паталогія, паталёгія
- παθολόγος στα λευκορωσικά - паталогіі
- παιδί στα λευκορωσικά - муж, чалавек, троху, трошку, дзіця
Τυχαίες λέξεις
Παθολογικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: паталагічны, паталагічнай, паталягічны, няма паталягічнага, паталягічнага
Μεταφράσεις: паталагічны, паталагічнай, паталягічны, няма паталягічнага, паталягічнага