Περιοδικά στα βουλγαρικά

Μετάφραση: περιοδικά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
случайно, периодично, периодично да, периодично се, периодични
Περιοδικά στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιοδικά

περιοδικά μαγειρικής, περιοδικά τεχνολογίας, περιοδικά διακόσμησης, περιοδικά αυτοκινήτου, περιοδικά τηλεόρασης, περιοδικά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, περιοδικά στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • περιοδεία στα βουλγαρικά - турне, обиколка, тур, туристически обиколки, разходка
  • περιοδεύω στα βουλγαρικά - турне, обиколка, тур, туристически обиколки, разходка
  • περιοδικό στα βουλγαρικά - списание, списанието, сп, списания
  • περιορίζω στα βουλγαρικά - граница, предел, огранича, ограничим, ограничи, ограничат, ограничава
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: случайно, периодично, периодично да, периодично се, периодични