Περιοδικά στα ολλανδικά
Μετάφραση: περιοδικά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
periodiek, regelmatig, gezette tijden, op gezette tijden, periodieke
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιοδικά
περιοδικά μαγειρικής, περιοδικά τεχνολογίας, περιοδικά διακόσμησης, περιοδικά αυτοκινήτου, περιοδικά τηλεόρασης, περιοδικά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περιοδικά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- περιοδεία στα ολλανδικά - rondmaken, afronden, rondschrijven, kringloop, ronde, kring, rond, ...
- περιοδεύω στα ολλανδικά - tournee, rondreis, tour, toer, tocht, rondleiding
- περιοδικό στα ολλανδικά - tijdschrift, krant, blad, magazine te, magazijn, het tijdschrift
- περιορίζω στα ολλανδικά - verlagen, begrenzen, grens, verminderen, weerhouden, perk, beperken, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιοδικά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: periodiek, regelmatig, gezette tijden, op gezette tijden, periodieke
Μεταφράσεις: periodiek, regelmatig, gezette tijden, op gezette tijden, periodieke