Πληγώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πληγώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съсипвам, унищожавам, читав, повреда, вреда
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληγώνω
πληγώνω συνωνυμα, πληγώνω γαλλικά, πληγώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πληγώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλεύση στα βουλγαρικά - ветроходство, курс, плаване, под платна, плаването, ветроходна
- πληγή στα βουλγαρικά - бич, рана, раната, рани, на раната
- πληθυσμός στα βουλγαρικά - население, населението, жители, популация, на населението
- πληθωριστικός στα βουλγαρικά - инфлационен, инфлационния, инфлационна, инфлационната, инфлационният
Τυχαίες λέξεις
Πληγώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: съсипвам, унищожавам, читав, повреда, вреда
Μεταφράσεις: съсипвам, унищожавам, читав, повреда, вреда