Πληγώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: πληγώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yara, yaralamak, acımak, ağrı, incitmek, kötülük, acı, zarar, ziyan, felâket, zarar vermek, yakmak
Πληγώνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πληγώνω

πληγώνω συνωνυμα, πληγώνω γαλλικά, πληγώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, πληγώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • πλεύση στα τούρκικα - kurs, yol, yelkencilik, yelken, Sailing, yelkenli, Yelkenliyle denize açılma
  • πληγή στα τούρκικα - kırbaç, yara, yaranın, yarası, sarılmış, bir yara
  • πληθυσμός στα τούρκικα - nüfus, nüfusu, nüfusun, nüfusunun, popülasyon
  • πληθωριστικός στα τούρκικα - enflasyon, enflasyonist, enflasyonist bir, enflasyonun
Τυχαίες λέξεις
Πληγώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yara, yaralamak, acımak, ağrı, incitmek, kötülük, acı, zarar, ziyan, felâket, zarar vermek, yakmak