Πληρώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плащам, плащат, да плащам, похарчите, бръквам се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληρώνω
πληρώνω συνώνυμα, πληρώνω τα σπασμένα, πληρώνω το μάρμαρο, πληρώνω γεμίζω, πληρώνω όσο πετάω, πληρώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πληρώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πληρωμή στα βουλγαρικά - плащане, плащането, заплащане, изплащане
- πληρωτέος στα βουλγαρικά - платим, платими, платима, дължима, дължими
- πλησιάζω στα βουλγαρικά - приветствие, приближение, подход, подхода, подход на
- πλοίο στα βουλγαρικά - кораб, кораба, кораби, на кораби
Τυχαίες λέξεις
Πληρώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плащам, плащат, да плащам, похарчите, бръквам се
Μεταφράσεις: плащам, плащат, да плащам, похарчите, бръквам се