Προσχωρώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προσχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
присъединяват, присъединят, се присъедини, присъединява, присъедини
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσχωρώ
προχωρώ συνώνυμα, προσχωρώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προσχωρώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προσφορά στα βουλγαρικά - предложение, оферта, офертата, кандидатурата, оферта за
- προσχωματικός στα βουλγαρικά - наносен, алувиални, алувиално, алувиална, алувиалните
- προσχώνω στα βουλγαρικά - aggrade
- προσχώρηση στα βουλγαρικά - достъп, присъединяване, присъединяването, присъединяването на, присъединяване към
Τυχαίες λέξεις
Προσχωρώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: присъединяват, присъединят, се присъедини, присъединява, присъедини
Μεταφράσεις: присъединяват, присъединят, се присъедини, присъединява, присъедини