Ραμί στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ραμί, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рамия, рами, от рами, рама, конопена
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ραμί
ραμί κανόνες, αντίλ ραμί, ραμί συριανός, ραμί μακλούφ, ραμί ύφασμα, ραμί λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ραμί στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ραδιουργία στα βουλγαρικά - интрига, Интригант, Intrigue, Интригата, интриги
- ρακέτα στα βουλγαρικά - шум, ракета, рекет, ракетата, ракети, врява
- ραμφίζω στα βουλγαρικά - целувчица, клъвване, едва се докосвам, клъввам, белег от клъвване
- ρανίδα στα βουλγαρικά - унция, тройунция, грам, грама
Τυχαίες λέξεις
Ραμί στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: рамия, рами, от рами, рама, конопена
Μεταφράσεις: рамия, рами, от рами, рама, конопена