Ραμί στα ολλανδικά
Μετάφραση: ραμί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ramee, van ramee, ramie, aramide
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ραμί
ραμί κανόνες, αντίλ ραμί, ραμί συριανός, ραμί μακλούφ, ραμί ύφασμα, ραμί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ραμί στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ραδιουργία στα ολλανδικά - intrige, intrigeren, gekonkel, Intrigue, intriges
- ρακέτα στα ολλανδικά - racket, lawaai, geluid, ruis, racket van, De racket, herrie
- ραμφίζω στα ολλανδικά - overvloed, pikken, Peck, pik, kusje
- ρανίδα στα ολλανδικά - spenderen, lik, drop, verteren, uitgeven, waterdruppel, droppel, ...
Τυχαίες λέξεις
Ραμί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ramee, van ramee, ramie, aramide
Μεταφράσεις: ramee, van ramee, ramie, aramide