Ραπίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ραπίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слепок, силна плесница, удрям, Биф, силен удар, Biff
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ραπίζω
ραπίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ραπίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ραντεβού στα βουλγαρικά - прием, уговорена среща, длъжност, назначаване, назначаването, среща
- ραντιστήρι στα βουλγαρικά - пръскачки, спринклерна, пръскачките, напоителното, дъждовална
- ρατσισμός στα βουλγαρικά - расизъм, расизма, с расизма, расизмът, на расизма
- ρατσιστής στα βουλγαρικά - расист, расистки, расистка, расистко, расова основа
Τυχαίες λέξεις
Ραπίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: слепок, силна плесница, удрям, Биф, силен удар, Biff
Μεταφράσεις: слепок, силна плесница, удрям, Биф, силен удар, Biff