Σάρκα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σάρκα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
месо, плът, от плът, плътта своя, се конкретизират
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σάρκα
σάρκα και οστά, σάρκα και αίμα, σάρκα και ψυχή, σάρκα με σάρκα, σάρκα μία, σάρκα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σάρκα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σάλτσα στα βουλγαρικά - подливка, сос, сос от, соса, сосове
- σάντουιτς στα βουλγαρικά - сандвич, сандвича, сандвичи
- σάτιρα στα βουλγαρικά - пасквил, Lampoon, памфлет, пасквил на, осмивам
- σέβομαι στα βουλγαρικά - уважение, отношение, зачитане, връзка, зачитането
Τυχαίες λέξεις
Σάρκα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: месо, плът, от плът, плътта своя, се конкретизират
Μεταφράσεις: месо, плът, от плът, плътта своя, се конкретизират