Σάρκα στα δανικά

Μετάφραση: σάρκα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kød, flesh, konkretisere, uddybe, udmønte
Σάρκα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σάρκα

σάρκα και οστά, σάρκα και αίμα, σάρκα και ψυχή, σάρκα με σάρκα, σάρκα μία, σάρκα λεξικό γλώσσας δανικά, σάρκα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σάλτσα στα δανικά - sauce, sovs, saucen
  • σάντουιτς στα δανικά - sandwich
  • σάτιρα στα δανικά - Lampoon, Spottedigt, satirisk, Fars fede
  • σέβομαι στα δανικά - agtelse, respekt, ære, hensyn, forbindelse, vidt, forhold
Τυχαίες λέξεις
Σάρκα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kød, flesh, konkretisere, uddybe, udmønte