Σαχλός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σαχλός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сладникав, блудкав, сладникаво сантиментален
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαχλός
σαχλός ετυμολογία, σαχλός ξυλεία, timbersa σαχλός, σαχλός συνώνυμα, σαχλός σημασία, σαχλός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σαχλός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σαφώς στα βουλγαρικά - ясно, очевидно, ясно да, явно
- σαχλαμάρα στα βουλγαρικά - дреболия, мъничко, дреболии, дребна сума, вид месинг
- σβάρνα στα βουλγαρικά - борена, брана, решетъчна брана, браната, Бранни, на браната
- σβέλτα στα βουλγαρικά - спретнато, добър външен вид, с добър външен вид, добър външен
Τυχαίες λέξεις
Σαχλός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сладникав, блудкав, сладникаво сантиментален
Μεταφράσεις: сладникав, блудкав, сладникаво сантиментален