Στεφάνη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: στεφάνη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тороид, анулуса, пръстеновидна, анулус
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεφάνη
στεφάνη βοιωτίας, στεφάνη πρέβεζας, στεφάνη ζιρκονίας, στεφάνη ζιρκονίου, στεφάνη μεταλλοκεραμική, στεφάνη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στεφάνη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- στερεός στα βουλγαρικά - твърд, солиден, твърдо вещество, солидна, твърда маса
- στερούμαι στα βουλγαρικά - липса, липсата, недостиг, липсва, отсъствие
- στεφάνι στα βουλγαρικά - венец, венци, венеца, кръгче
- στηθοσκόπιο στα βουλγαρικά - стетоскоп, стетоскопа, слушалка, Стетоскопът
Τυχαίες λέξεις
Στεφάνη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тороид, анулуса, пръстеновидна, анулус
Μεταφράσεις: тороид, анулуса, пръстеновидна, анулус