Στεφάνη στα ουκρανικά

Μετάφραση: στεφάνη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
каламутний, мутний, кільце, перстень, кольцо, каблучку, обручку
Στεφάνη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στεφάνη

στεφάνη βοιωτίας, στεφάνη πρέβεζας, στεφάνη ζιρκονίας, στεφάνη ζιρκονίου, στεφάνη μεταλλοκεραμική, στεφάνη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στεφάνη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • στερεός στα ουκρανικά - суцільний, твердий, поживний, міцний, суттєвий, реальний, ґрунтовний, ...
  • στερούμαι στα ουκρανικά - кара, фант, поплатитися, штраф, неустойка, відсутність, відсутності, ...
  • στεφάνι στα ουκρανικά - брама, мстивий, караючий, ворота, обруч, гукання, коміра, ...
  • στηθοσκόπιο στα ουκρανικά - стетоскоп
Τυχαίες λέξεις
Στεφάνη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: каламутний, мутний, кільце, перстень, кольцо, каблучку, обручку