Στεφάνη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στεφάνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rígido, borda, anel, ânulo, do anel, coroa circular, annulus
Στεφάνη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στεφάνη

στεφάνη βοιωτίας, στεφάνη πρέβεζας, στεφάνη ζιρκονίας, στεφάνη ζιρκονίου, στεφάνη μεταλλοκεραμική, στεφάνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στεφάνη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • στερεός στα πορτογαλικά - rijo, forte, constante, contínuo, unicamente, firme, sólido, ...
  • στερούμαι στα πορτογαλικά - perda, prefácio, falta, ausência, a falta, inexistência, carência
  • στεφάνι στα πορτογαλικά - anzol, gancho, enganchar, arquear, envoltório, grinalda, coroa, ...
  • στηθοσκόπιο στα πορτογαλικά - estetoscópio, stethoscope, o estetoscópio, do estetoscópio
Τυχαίες λέξεις
Στεφάνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: rígido, borda, anel, ânulo, do anel, coroa circular, annulus