Συντρίβω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: συντρίβω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
смазване, шляпам, шляпане, срязвам, смазвам
Συντρίβω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντρίβω

συντρίβω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συντρίβω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • συντονίζω στα βουλγαρικά - координата, координира, координират, координиране, координатна
  • συντονισμός στα βουλγαρικά - координация, координиране, координацията, съгласуване, координирането
  • συντριπτικός στα βουλγαρικά - смачкване, раздробяване, трошене, натрошаване, на смачкване
  • συντροφιά στα βουλγαρικά - дружба, общуване, компания, спътничество, другарство
Τυχαίες λέξεις
Συντρίβω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: смазване, шляпам, шляпане, срязвам, смазвам