Λέξη: παγκοσμίως
Σχετικές λέξεις: παγκοσμίως
παγκοσμίως χάρτης, σεισμοί παγκοσμίως, ώρα παγκοσμίως, ώρεσ παγκοσμίωσ
Μεταφράσεις: παγκοσμίως
παγκοσμίως στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
worldwide, world-wide, world, list, globally, The world
παγκοσμίως στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
universal, mundial, global, mundo, del mundo, mundo de
παγκοσμίως στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
global, universal, weltweit, Welt
παγκοσμίως στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mondial, mondialiste, global, universel, monde, mondiale, monde entier
παγκοσμίως στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
globale, mondiale, mondo, del mondo
παγκοσμίως στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mundo, mundial, do mundo
παγκοσμίως στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wereldwijd, wereld, werelds, hele wereld, ter wereld, s werelds
παγκοσμίως στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
универсальный, мировой, всемирный, вселенский, мир, мира, мирового, мировое
παγκοσμίως στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
verden, Verdens, verdens, norsk
παγκοσμίως στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
värld, världen, Världens, världs, i världen
παγκοσμίως στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yleismaailmallinen, maailma, maailman, maailmassa, maailmaa, maailmaan
παγκοσμίως στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
verden, Verdens, verdensmarkedet
παγκοσμίως στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
světový, svět, world, světové, světová
παγκοσμίως στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
światowy, ogólnoświatowy, świat, świecie, świata, światowej, całym świecie
παγκοσμίως στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
világ, világon, világban, világot, a világ
παγκοσμίως στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
evrensel, dünya, Dünyanın, Dünyayı, dünyaca, dünyada
παγκοσμίως στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
світи, світ, мир
παγκοσμίως στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
botë, botëror, bota, botës, botërore
παγκοσμίως στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
глобална, глобален, свят, световен, Световната, World, световния
παγκοσμίως στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
свет, мір, сьвет
παγκοσμίως στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülemaailmne, maailm, maailma, maailmas, maailmast, maailmale
παγκοσμίως στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
svjetskog, svjetsku, svjetski, globalni, svijet, svjetska, svijeta, svjetske
παγκοσμίως στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heimurinn, heiminum, veröld, heim, heimi
παγκοσμίως στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pasaulis, Pasaulio, pasaulį, pasaulinis, pasaulyje
παγκοσμίως στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pasaule, pasaules, pasauli, pasaulē, Ārvalstīs
παγκοσμίως στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
светот, свет, светска, светски, светската
παγκοσμίως στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
universal, lume, lumea, mondial, mondială, lumii
παγκοσμίως στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
svet, svetu, svetovno, svetovna, svetovni
παγκοσμίως στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
svet, sveta, svete
Στατιστικά δημοτικότητας: παγκοσμίως
Τυχαίες λέξεις