Τροχοπεδώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τροχοπεδώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тормоз, спирачка, спирачката, спирачна, спирачни, спирачния
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροχοπεδώ
τροχοπεδώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τροχοπεδώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τροχιά στα βουλγαρικά - орбита, обикаля около, излизам в орбита, движа се в кръг, кръг на влияние
- τροχοδρομώ στα βουλγαρικά - такси, скат, кънка, скейт, кънки, караш
- τροχός στα βουλγαρικά - обучение, велосипед, колело, колела, колесни, колесен
- τροχόσπιτο στα βουλγαρικά - керван, каравана, караван, каравани, караваната
Τυχαίες λέξεις
Τροχοπεδώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тормоз, спирачка, спирачката, спирачна, спирачни, спирачния
Μεταφράσεις: тормоз, спирачка, спирачката, спирачна, спирачни, спирачния