Τροχοπεδώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: τροχοπεδώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
загальмувати, мнучи, гальмо, гальмувати, місити, гальма, стоянки, тормоз
Τροχοπεδώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τροχοπεδώ

τροχοπεδώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τροχοπεδώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τροχιά στα ουκρανικά - орбіта, сфера, Орбита, орбіту
  • τροχοδρομώ στα ουκρανικά - таксі, кататися, качатися, кататись
  • τροχός στα ουκρανικά - муштра, свердло, тренування, тренувати, бур, підлеститися, колесо, ...
  • τροχόσπιτο στα ουκρανικά - фургон, караван, каравану
Τυχαίες λέξεις
Τροχοπεδώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: загальмувати, мнучи, гальмо, гальмувати, місити, гальма, стоянки, тормоз