Τροχοπεδώ στα δανικά

Μετάφραση: τροχοπεδώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bremse, bremsen, bremser, bremsepedalen, bremse-
Τροχοπεδώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τροχοπεδώ

τροχοπεδώ λεξικό γλώσσας δανικά, τροχοπεδώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τροχιά στα δανικά - orbit, kredser, kredsløb, kredse, i kredsløb
  • τροχοδρομώ στα δανικά - taxa, taxi, Skate, skøjte, drøm, skøjten, rokke
  • τροχός στα δανικά - hjul, bore, cykel, rat, hjulet, rattet, fælg
  • τροχόσπιτο στα δανικά - campingvogn, Caravan, campingvognen, karavane
Τυχαίες λέξεις
Τροχοπεδώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bremse, bremsen, bremser, bremsepedalen, bremse-