Τσίμπλα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τσίμπλα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сън, окото, око, очите, очи, на очите
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσίμπλα
τσίμπλα στο μάτι, τσίμπλα στα αγγλικα, τσίμπλα english, τσίμπλα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τσίμπλα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τσέπη στα βουλγαρικά - джоб, джоба, джобни, джоба на, джобен
- τσίμπημα στα βουλγαρικά - ужилване, жило, при ужилване, при ужилване от, уязвявам
- τσίνορο στα βουλγαρικά - tsinoro
- τσίρκο στα βουλγαρικά - цирк, Circus, на Circus, цирка, цирков
Τυχαίες λέξεις
Τσίμπλα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сън, окото, око, очите, очи, на очите
Μεταφράσεις: сън, окото, око, очите, очи, на очите