Τσίμπλα στα ουκρανικά

Μετάφραση: τσίμπλα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сон, спати, німіти, очей, око, віч
Τσίμπλα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσίμπλα

τσίμπλα στο μάτι, τσίμπλα στα αγγλικα, τσίμπλα english, τσίμπλα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τσίμπλα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τσέπη στα ουκρανικά - рябий, кишеню, кишеня, кишені, карман
  • τσίμπημα στα ουκρανικά - кусатися, роз'їдати, укус, палити, отруєння, жало, тиснуло
  • τσίνορο στα ουκρανικά - вія, tsinoro
  • τσίρκο στα ουκρανικά - цирк, цирку
Τυχαίες λέξεις
Τσίμπλα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сон, спати, німіти, очей, око, віч