Сън στα ελληνικά

Μετάφραση: сън, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσίμπλα, ύπνος, κοιμάμαι, όνειρο, ονειρεύομαι, ύπνου, ύπνο, του ύπνου, τον ύπνο
Сън στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • съкровище στα ελληνικά - θησαυρός, θησαυρό, Treasure, θησαυρού, του θησαυρού
  • съм στα ελληνικά - είμαι, βρίσκομαι, διανύω, εγώ, Ι, I, μου, ...
  • съображение στα ελληνικά - σκέψη, σεβασμός, θεώρηση, μελέτη, υπόψη, εξέταση, προσοχή
  • съобщение στα ελληνικά - πίνακας, παρατηρώ, μήνυμα, μηνύματος, το μήνυμα, μηνυμάτων, μήνυμά
Τυχαίες λέξεις
Сън στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσίμπλα, ύπνος, κοιμάμαι, όνειρο, ονειρεύομαι, ύπνου, ύπνο, του ύπνου, τον ύπνο