Υπαινίσσομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υπαινίσσομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
намеквам, промъквам, инсинуирам, вмъквам незабелязано
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινίσσομαι
υπαινίσσομαι κλιση, υπαινίσσομαι λεξικο, υπαινίσσομαι συνώνυμο, υπαινίσσομαι συνώνυμα, υπαινίσσομαι αγγλικα, υπαινίσσομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπαινίσσομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υπαγορεύω στα βουλγαρικά - предписание, диктувам, диктат, диктува, диктуват, да диктува
- υπαγόρευση στα βουλγαρικά - диктовка, диктовката, диктовки, диктуване, на диктовка
- υπαινιγμός στα βουλγαρικά - намек, нотка, подсказка, и намек
- υπαινισσόμενος στα βουλγαρικά - Hinter
Τυχαίες λέξεις
Υπαινίσσομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: намеквам, промъквам, инсинуирам, вмъквам незабелязано
Μεταφράσεις: намеквам, промъквам, инсинуирам, вмъквам незабелязано