Ακουστικός στα γαλλικά
Μετάφραση: ακουστικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sonorité, auditif, auriculaire, acoustique, auditive, auditives, auditifs, sonore
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακουστικός
ακουστικός φλοιός, ακουστικός σχεδιασμός και πολυμέσα, ακουστικόσ αφρόσ, ακουστικός μετεωρισμός, ακουστικόσ σχεδιασμόσ χώρων, ακουστικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ακουστικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ακουμπώ στα γαλλικά - s'incliner, adossons, inclinaison, baser, incliner, appuyer, adossez, ...
- ακουστική στα γαλλικά - acoustique, sonorité, l'acoustique, acoustiques, une acoustique
- ακούσιος στα γαλλικά - réflexe, involontaire, instinctif, involontaires, non volontaire, involontairement, forcée
- ακούω στα γαλλικά - entends, entendons, audition, entendent, oyez, oyons, écouter, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακουστικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: sonorité, auditif, auriculaire, acoustique, auditive, auditives, auditifs, sonore
Μεταφράσεις: sonorité, auditif, auriculaire, acoustique, auditive, auditives, auditifs, sonore