Δικηγόρος στα γαλλικά
Μετάφραση: δικηγόρος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
défenseur, avoué, notaire, avocat, mandataire, juriste, avocate, l'avocat, avocat de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικηγόρος
δικηγόρος παρ' εφέταις, δικηγόρος θεσσαλονίκης, δικηγόρος δράμας, δικηγόρος διονύσης ρίζος, δικηγόρος παρ αρείω πάγω, δικηγόρος λεξικό γλώσσας γαλλικά, δικηγόρος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- δικαστής στα γαλλικά - fonctionnaire, municipalité, employé, officier, magistrat, juge, juge a, ...
- δικαστικός στα γαλλικά - judiciaire, magistrature, critique, juridiction, judiciaires, justice, juridictionnel, ...
- δικτάτορας στα γαλλικά - dictateur, le dictateur, dictature
- δικτατορία στα γαλλικά - dictature, la dictature, dictature de, dictature du
Τυχαίες λέξεις
Δικηγόρος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: défenseur, avoué, notaire, avocat, mandataire, juriste, avocate, l'avocat, avocat de
Μεταφράσεις: défenseur, avoué, notaire, avocat, mandataire, juriste, avocate, l'avocat, avocat de