Ηλιακός στα γαλλικά
Μετάφραση: ηλιακός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
solaire, ensoleillé, solaires, énergie solaire, soleil, l'énergie solaire
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλιακός
ηλιακός θερμοσίφωνας τιμή, ηλιακός θερμοσίφωνας θεσσαλονικη, ηλιακός φούρνος, ηλιακός θερμοσίφωνας 160 λιτρα, ηλιακός θερμοσίφωνας, ηλιακός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ηλιακός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτρολόγος στα γαλλικά - électricien, electricien, un électricien, électriciens
- ηλεκτρονικός στα γαλλικά - électronique, électroniques, électronique de, electronic
- ηλικία στα γαλλικά - vieillissent, époque, vieillir, vieillis, âge, vieillissons, vieillesse, ...
- ηλικίας στα γαλλικά - vieille, vieillîmes, vieilles, âgé, vieux, vieillirent, vieilli, ...
Τυχαίες λέξεις
Ηλιακός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: solaire, ensoleillé, solaires, énergie solaire, soleil, l'énergie solaire
Μεταφράσεις: solaire, ensoleillé, solaires, énergie solaire, soleil, l'énergie solaire