Ηλιακός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ηλιακός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
solar, solares, energia solar, solar de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλιακός
ηλιακός θερμοσίφωνας τιμή, ηλιακός θερμοσίφωνας θεσσαλονικη, ηλιακός φούρνος, ηλιακός θερμοσίφωνας 160 λιτρα, ηλιακός θερμοσίφωνας, ηλιακός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ηλιακός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτρολόγος στα πορτογαλικά - eletricista, electricista, eletricista de, electrician, eletricidade
- ηλεκτρονικός στα πορτογαλικά - electrónico, eletrônico, eletrônica, electrónica, eletrônicos
- ηλικία στα πορτογαλικά - época, quadra, envelhecer, idade, anos, era, a idade, ...
- ηλικίας στα πορτογαλικά - idade, anos, era, a idade, etária
Τυχαίες λέξεις
Ηλιακός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: solar, solares, energia solar, solar de
Μεταφράσεις: solar, solares, energia solar, solar de