Ηλιακός στα δανικά
Μετάφραση: ηλιακός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sol, solar, solenergi, sol-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλιακός
ηλιακός θερμοσίφωνας τιμή, ηλιακός θερμοσίφωνας θεσσαλονικη, ηλιακός φούρνος, ηλιακός θερμοσίφωνας 160 λιτρα, ηλιακός θερμοσίφωνας, ηλιακός λεξικό γλώσσας δανικά, ηλιακός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτρολόγος στα δανικά - elektriker, elinstallatør, installatør
- ηλεκτρονικός στα δανικά - elektronisk, elektroniske, e
- ηλικία στα δανικά - tidsalder, alder, alderstrin, epoke, år, alderen, en alder
- ηλικίας στα δανικά - alder, år, alderen, en alder
Τυχαίες λέξεις
Ηλιακός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sol, solar, solenergi, sol-
Μεταφράσεις: sol, solar, solenergi, sol-