Ουραίο στα γαλλικά

Μετάφραση: ουραίο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fermeture, obturateur, culasse, derrière, caudal, caudale, caudales
Ουραίο στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουραίο

κινητό ουραίο, ουραίο πτερύγιο, ουραίο λεξικό γλώσσας γαλλικά, ουραίο στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ουδέτερος στα γαλλικά - neutraliste, impartial, indolent, zéro, neutre, indifférent, neutres, ...
  • ουρά στα γαλλικά - bout, empennage, fin, postérieur, natte, derrière, terme, ...
  • ουρανίσκος στα γαλλικά - goût, palais, saveur, bouche, en bouche, le palais
  • ουρανός στα γαλλικά - nue, azur, firmament, ciel, paradis, le ciel, sky, ...
Τυχαίες λέξεις
Ουραίο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: fermeture, obturateur, culasse, derrière, caudal, caudale, caudales