Ουραίο στα ολλανδικά

Μετάφραση: ουραίο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
staart-, caudale, caudaal, staartvin, staartvinnen
Ουραίο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουραίο

κινητό ουραίο, ουραίο πτερύγιο, ουραίο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ουραίο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ουδέτερος στα ολλανδικά - afzijdig, neutraal, onpartijdig, neutrale
  • ουρά στα ολλανδικά - staart, bips, steel, zitvlak, achterste, kont, schaduwen, ...
  • ουρανίσκος στα ολλανδικά - gehemelte, verhemelte, mond, smaak, smaakpapillen
  • ουρανός στα ολλανδικά - hemel, lucht, sky, de hemel
Τυχαίες λέξεις
Ουραίο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: staart-, caudale, caudaal, staartvin, staartvinnen