Ουραίο στα τούρκικα
Μετάφραση: ουραίο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kuyruk, kaudal, kuyruklu, caudal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουραίο
κινητό ουραίο, ουραίο πτερύγιο, ουραίο λεξικό γλώσσας τούρκικα, ουραίο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ουδέτερος στα τούρκικα - nötr, tarafsız, nötral, nötr bir, doğal
- ουρά στα τούρκικα - kuyruk, dip, kuyruğu, tail, arka, yükleme
- ουρανίσκος στα τούρκικα - damak, palate, damakta, damak yarıklı, damak ve
- ουρανός στα τούρκικα - asman, gök, hava, gökyüzü, Sky, gökyüzünün, gökyüzünde
Τυχαίες λέξεις
Ουραίο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kuyruk, kaudal, kuyruklu, caudal
Μεταφράσεις: kuyruk, kaudal, kuyruklu, caudal