Πλευρίζω στα γαλλικά

Μετάφραση: πλευρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
accostage, accoster, accostons, accostez, accostent, aborder, adresser la parole, accoster les
Πλευρίζω στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλευρίζω

πλευρίζω λεξικό γλώσσας γαλλικά, πλευρίζω στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • πλεονεκτικός στα γαλλικά - avantageux, bon, prospère, profitable, favorable, utile, propice, ...
  • πλευρά στα γαλλικά - perspective, flanc, mine, rivage, physique, considération, côté, ...
  • πλευρό στα γαλλικά - flanquer, côte, côté, latérale, face, latéral, côté de
  • πλεόνασμα στα γαλλικά - excédentaire, exorbitant, boni, excès, superflu, exubérance, pléthore, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλευρίζω στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: accostage, accoster, accostons, accostez, accostent, aborder, adresser la parole, accoster les