Σκόρδο στα γαλλικά
Μετάφραση: σκόρδο, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ail, l'ail, d'ail, de l'ail
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκόρδο
σκόρδο τουρσί, σκόρδο οφέλη, σκόρδο κονφί, σκόρδο μυρωδιά, σκόρδο καλλιέργεια, σκόρδο λεξικό γλώσσας γαλλικά, σκόρδο στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- σκόπιμα στα γαλλικά - intentionnellement, volontairement, délibérément, exprès, sciemment, connaissance de cause, en connaissance de cause, ...
- σκόπιμος στα γαλλικά - délibéré, moyen, utile, favorable, profitable, expédient, prémédité, ...
- σκόρος στα γαλλικά - teigne, mite, phalène, papillon, moth, papillon de nuit
- σκύβω στα γαλλικά - plonger, courbe, coude, plier, cambrons, canard, courber, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκόρδο στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: ail, l'ail, d'ail, de l'ail
Μεταφράσεις: ail, l'ail, d'ail, de l'ail