Σκόρδο στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκόρδο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
часник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκόρδο
σκόρδο τουρσί, σκόρδο οφέλη, σκόρδο κονφί, σκόρδο μυρωδιά, σκόρδο καλλιέργεια, σκόρδο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκόρδο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκόπιμα στα ουκρανικά - свідомо, повільно-повільно, навмисний, умисний, навмисне, навмисно
- σκόπιμος στα ουκρανικά - придатний, намір, мета, вигідний, доцільний, ціль, цілеспрямований, ...
- σκόρος στα ουκρανικά - спів, моль, міль
- σκύβω στα ουκρανικά - гнутися, пірнути, банкрут, пірнання, схилитися, згин, душка, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκόρδο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: часник
Μεταφράσεις: часник