Σκόρδο στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σκόρδο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лукот, лук, од лук, лук во
Σκόρδο στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκόρδο

σκόρδο τουρσί, σκόρδο οφέλη, σκόρδο κονφί, σκόρδο μυρωδιά, σκόρδο καλλιέργεια, σκόρδο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σκόρδο στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σκόπιμα στα σλαβομακεδονικά - свесно, знаење, свесно се, намерно, свесно да
  • σκόπιμος στα σλαβομακεδονικά - намерна, целисходно, намерен, поткопуваат, целисходен
  • σκόρος στα σλαβομακεδονικά - месец, молец, молци, молецот, молците
  • σκύβω στα σλαβομακεδονικά - патката, деградирам
Τυχαίες λέξεις
Σκόρδο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лукот, лук, од лук, лук во