Αρχιτεκτονική στα γερμανικά

Μετάφραση: αρχιτεκτονική, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bauwesen, bauweise, baukunst, baufach, Architektur, der Architektur
Αρχιτεκτονική στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχιτεκτονική

αρχιτεκτονική υπολογιστών, αρχιτεκτονική ξάνθης, αρχιτεκτονική γκάζι, αρχιτεκτονική θεσσαλονίκης, αρχιτεκτονική ζωγράφου, αρχιτεκτονική λεξικό γλώσσας γερμανικά, αρχιτεκτονική στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αρχικά στα γερμανικά - anfänglich, anfang, initiale, ursprünglich, anfangs, zunächst, zuerst
  • αρχιπέλαγος στα γερμανικά - inselgruppe, archipel, Archipel, Archipels, Inselgruppe, Schären
  • αρχιτεκτονικός στα γερμανικά - architektonisch, architektonischen, Architektur, architektonische
  • αρχιφύλακας στα γερμανικά - fähnrich, feldwebel, sergeant, Aufseher, Direktor, Gefängnisdirektor, warden
Τυχαίες λέξεις
Αρχιτεκτονική στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bauwesen, bauweise, baukunst, baufach, Architektur, der Architektur