Αόρατος στα γερμανικά
Μετάφραση: αόρατος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unsichtbar, unsichtbaren, unsichtbare, unsichtbarer, sichtbar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αόρατος
αόρατος δεσμός, αόρατος ναός, αόρατος πόλεμος αγίου νικοδήμου, αόρατος άνθρωπος, αόρατος εραστής, αόρατος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αόρατος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αψιμαχία στα γερμανικά - zusammenprallen, kollidieren, gerassel, zusammenstoß, plänkelei, Scharmützel, Gefecht, ...
- αϋπνία στα γερμανικά - schlaflosigkeit, insomnie, schlafstörung, Schlaflosigkeit, Schlafstörungen, Insomnie, Schlaflosigkeit zu
- αόριστα στα γερμανικά - unklar, undeutliche, lose, locker, frei, los
- αύγουστος. στα γερμανικά - august, erhaben, August
Τυχαίες λέξεις
Αόρατος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: unsichtbar, unsichtbaren, unsichtbare, unsichtbarer, sichtbar
Μεταφράσεις: unsichtbar, unsichtbaren, unsichtbare, unsichtbarer, sichtbar