Αόρατος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αόρατος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onzichtbaar, onzichtbare, zichtbaar, onzichtbaar is, onzichtbaar zijn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αόρατος
αόρατος δεσμός, αόρατος ναός, αόρατος πόλεμος αγίου νικοδήμου, αόρατος άνθρωπος, αόρατος εραστής, αόρατος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αόρατος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αψιμαχία στα ολλανδικά - schermutseling, skirmish, schermutselingen
- αϋπνία στα ολλανδικά - slapeloosheid, insomnia, van slapeloosheid, insomnie, slapeloosheid te
- αόριστα στα ολλανδικά - losjes, los, losse, de schouder, schouder
- αύγουστος. στα ολλανδικά - augustus, oogstmaand
Τυχαίες λέξεις
Αόρατος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onzichtbaar, onzichtbare, zichtbaar, onzichtbaar is, onzichtbaar zijn
Μεταφράσεις: onzichtbaar, onzichtbare, zichtbaar, onzichtbaar is, onzichtbaar zijn