Εισιτήριο στα γερμανικά
Μετάφραση: εισιτήριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fahrkarte, zettel, fahrschein, eintrittskarte, karte, wahlliste, Ticket, Karte, Fahrkarte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισιτήριο
εισιτήριο μουσείο ακρόπολης, εισιτήριο ελεύθερης πρόσβασης, εισιτήριο προαστιακού, εισιτήριο μετρό, εισιτήριο πέντε ευρώ στα πολυιατρεία του πεδυ, εισιτήριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, εισιτήριο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εισβολέας στα γερμανικά - angreifer, eindringling, Angreifer, Angreifers
- εισβολή στα γερμανικά - einfall, invasion, eingriff, Invasion, Einmarsch, Eindringen
- εισπνέω στα γερμανικά - einatmen, inhalieren, atmen, einzuatmen, atmen Sie
- εισπνοή στα γερμανικά - inhalation, Inhalation, Einatmung, Einatmen, Inhalations, beim Einatmen
Τυχαίες λέξεις
Εισιτήριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fahrkarte, zettel, fahrschein, eintrittskarte, karte, wahlliste, Ticket, Karte, Fahrkarte
Μεταφράσεις: fahrkarte, zettel, fahrschein, eintrittskarte, karte, wahlliste, Ticket, Karte, Fahrkarte